Τους τελευταίους μήνες έχουμε έρθει όλοι αντιμέτωποι με μία νέα πανδημία στην οποία μοιάζει όσο αυξάνονται τα κρούσματα, να υπερδιπλασιάζεται ο πανικός. Έχουν κλείσει σχολεία, πανεπιστήμια, μαγαζιά, κάποια είδη έπαψαν να είναι διαθέσιμα και νιώθουμε ολοένα και πιο απροστάτευτοι. Φαίνεται όμως πως μαζί με το άγχος μίας άγνωστης, ακόμα, ασθένειας να ξυπνούν πιο εσωτερικά άγχη και να νιώθουμε ιδιαίτερα ευάλωτοι.
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί λοιπόν ένα άγχος σε μία τέτοια συνθήκη παγκόσμιας υγείας και τι μπορεί να είναι αυτό που φοβόμαστε πραγματικά;
Φυσικά και σε μια συνθήκη παγκόσμιου συναγερμού είναι απόλυτα φυσικό να υπάρχει άγχος και ανησυχία. Το άγχος άλλωστε είναι μια λέξη που περιγράφει μία έννοια τόσο αφηρημένη όσο και η αίσθηση που προκαλεί. Πρόκειται για ένα αίσθημα φόβου προς μία απειλή όχι απαραίτητα ορατή, ακαθόριστος τρόμος για κάτι επικείμενο και άγνωστο. Μας τρομάζει λοιπόν το ότι δε γνωρίζουμε πράγματα για έναν πιθανό κίνδυνο, άρα και για τη συγκεκριμένη ασθένεια. Δε γνωρίζουμε σημαίνει δε μπορούμε να την ελέγξουμε, όπως ελέγχουμε άλλες περιπτώσεις με εμβόλια και αντιβιοτικά. Αυτός ο φόβος προς το άγνωστο ξυπνά και παρασέρνει μαζί του κάποιους πιο πυρηνικούς φόβους, τους οποίους όλοι μας διαπραγματευτήκαμε στα πρώτα στάδια της ζωής μας ερχόμενοι σε αυτόν τον κόσμο. Η γέννηση και ο ερχομός στη ζωή μάλλον δεν είναι τόσο ειδυλλιακά όσο τα φανταζόμαστε, αντιθέτως είναι γεμάτα παρανοϊκά άγχη, όπως αυτό του αφανισμού σύμφωνα με τη μεγάλη ψυχαναλύτρια Melanie Klein, αυτό δηλαδή που ονομάζουμε απλά άγχος θανάτου, ή υπαρξιακό άγχος. Βγαίνοντας λοιπόν από την ασφάλεια του σώματος της μητέρας βιώνεται ένα τεράστιο άγχος, μια απειλή για τη νέα συνθήκη ζωής που είναι γεμάτη αντιθέσεις, χαρές αλλά και απογοητεύσεις με αποτέλεσμα πολλές φορές να φαίνεται αδύνατη η σύλληψη του ότι συνυπάρχουν και τα δύο. Αυτός λοιπόν ο φόβος για το νέο κόσμο, ο πιθανός κίνδυνος, η αίσθηση της απότομης απώλειας του ασφαλούς κρατήματος που παρείχαν οι πρώτοι εννέα μήνες ζωής είναι μία ισχυρή εμπειρία που μπορεί να ενεργοποιηθεί και να ξαναβιωθεί κατά κάποιον τρόπο σε περιόδους κρίσεων, όπως για παράδειγμα σε μια κρίση υγείας που αφορά ένα πραγματικό πρόβλημα και κινητοποιεί τον πιο πυρηνικό μας φόβο: αυτόν του θανάτου.
Τι μπορούμε να κάνουμε για να ανταπεξέλθουμε σε όλο αυτό το συναισθηματικό φορτίο;
Θα βοηθούσε πραγματικά να αναπτύξουμε ανοχή στην αβεβαιότητα. Να συνηθίσουμε το ότι μπορούμε να μη γνωρίζουμε κάποια πράγματα, πως κάποιες φορές η κατάσταση είναι πέρα από τον έλεγχό μας και είναι απολύτως εντάξει αυτό. Μια απλή δοκιμή είναι το να βγούμε μία βόλτα χωρίς να κοιτάμε τι ώρα είναι στο κινητό, ποιος έστειλε μήνυμα, ή ακόμη καλύτερα, να αφήσουμε το κινητό στο σπίτι και να αντέξουμε στην ιδέα ότι δεν ξέρουμε αν μας απάντησαν σε κάποιο μέιλ για παράδειγμα. Ακόμη, μπορούμε να ορίσουμε ένα χρονικό όριο που θεωρούμε υγιές, μέσα στο οποίο να μας επιτρέπεται να εκτεθούμε σε ειδήσεις. Για παράδειγμα 20’ τη μέρα να μπορούμε να διαβάσουμε, να δούμε κάποιο ενημερωτικό βίντεο ή κάποια στατιστική σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί, μετά από αυτά τα λεπτά όμως θα πρέπει να αντέξουμε να μη γνωρίζουμε τι άλλο συνέβη. Άλλωστε πολλές φορές οι ειδήσεις σε κρίσιμες περιόδους αποτελούν πηγή τροφοδότησης του άγχους παρά ενημέρωσης, επομένως λίγα λεπτά πραγματικά αρκούν.
Μήπως η κρίση του COVID-19 είναι μια καλή ευκαιρία για κάτι νέο;
Βλέποντας το ζήτημα της πανδημίας από μία πιο αισιόδοξη ματιά, θα μπορούσε η περίοδος αυτή να είναι μία καλή αφορμή για ένα διαφορετικό ξεκίνημα. Είναι ίσως η στιγμή να εκτιμήσουμε αυτά που έχουμε, παρά αυτά που θα επιθυμούσαμε να μη μας έλειπαν και να ξεκινήσουμε κάτι που αναβάλλαμε καιρό, όπως γυμναστική (ακόμα και μέσα στο σπίτι), διαλογισμό (έστω και για λίγα λεπτά τη μέρα) και φυσικά ψυχοθεραπεία. Η βοήθεια από έναν ειδικό, ιδιαίτερα σε μία κλονισμένη περίοδο, είναι ένα σημαντικό βήμα στην καταπολέμηση του άγχους με έναν πιο ουσιαστικό και μόνιμο τρόπο. Μπορεί λοιπόν η εκτεταμένη ανησυχία που προέκυψε από τον ιό που ταλαιπωρεί τον κόσμο τους τελευταίους μήνες να είναι η έναρξη μιας ενδοσκόπησης και πραγματικής δουλειάς με τον εαυτό, όχι μόνο περιστασιακά αλλά και σε βάθος χρόνου. Ακόμη και αν το να επισκεφθεί κανείς τον ψυχολόγο φαντάζει ως ακόμη ένα εμπόδιο, υπάρχει πάντα η εναλλακτική της online θεραπείας η οποία αποτελεί ιδανική επιλογή ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο την οποία αξίζει πραγματικά να εκμεταλλευτεί κανείς. Η θεραπευτική σχέση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου αποτελεί ένα ασφαλές πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να διαπραγματευτεί κανείς πέρα από το άγχος που επικρατεί λόγω της κατάστασης υγείας, τα δικά του προσωπικά άγχη, φόβους και όνειρα, επομένως μέσα σε αυτήν την παράδοξη κατάσταση μπορούμε να κάνουμε ένα μεγάλο δώρο προς τον εαυτό.