Η Κρίση και Διαταραχή Πανικού ανήκουν στην ευρύτερη κατηγορία των αγχωδών διαταραχών και αφορούν αναποτελεσματικούς ή δυσλειτουργικούς τρόπους διαχείρισης του άγχους.
Τι είναι η Κρίση Πανικού
Η κρίση πανικού περιγράφεται ως η ξαφνική εμφάνιση έντονων σωματικών συμπτωμάτων τα οποία συνοδεύονται από έντονα συναισθήματα φόβου και άγχους. Η συναισθηματική κατάσταση που επικρατεί κατά τη διάρκεια μιας κρίσης πανικού χαρακτηρίζεται τόσο από αισθήματα εγκλωβισμού, όσο και από μια αίσθηση απώλειας ελέγχου του σώματος. Όταν κάποιος βιώνει μια κρίση πανικού, βιώνει έναν ανεξέλεγκτο φόβο. Παράλληλα, οι κρίσεις πανικού μπορεί να συνδέονται με συγκεκριμένες συμπεριφορές που λειτουργούν ως απάντηση στην αντιμετώπισής τους.
Επομένως, θα μπορούσαμε να περιγράψουμε την κρίση πανικού ως ένα σύνθετο σύμπτωμα άγχους που αποτελείται από τρεις διαστάσεις: τη σωματική, τη συναισθηματική και τη συμπεριφορική.
• Σωματικά συμπτώματα – Σωματική Διάσταση
Όσοι έχουν βιώσει κρίση πανικού αναφέρουν οτι ξαφνικά αρχίζουν να νιώθουν μια σειρά σωματικών συμπτωμάτων [1][2]:
- Αύξηση καρδιακών παλμών
- Δυσκολία στην αναπνοή
- Εφίδρωση
- Τρέμουλο
- Ζαλάδα
- Τάση για λιποθυμία
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι αναφορές στα σωματικά συμπτώματα είναι έγκυρες και πραγματικές, καθώς έχουν επιβεβαιωθεί μέσα από εργαστηριακά πειράματα. Χαρακτηριστικά, ερευνητές στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν καλύτερα την κρίση πανικού εξέθεσαν πειραματικά υποκείμενα σε ένα στρεσογόνο παράγοντα (placebo), καταγράφοντας παράλληλα τη φυσιολογική διέγερση (σωματικά συμπτώματα) που ακολούθησε. Κατέγραψαν ότι οι αναφορές των υποκειμένων για τα σωματικά συμπτώματα είναι άμεσα συσχετισμένες με έντονη δραστηριότητα του νευρικού συστήματος [3]. Συνεπώς, τα σωματικά συμπτώματα που βιώνει κάποιος κατά τη διάρκεια μιας κρίσης πανικού είναι πραγματικά.
• Αίσθημα απειλής / Φόβος – Συναισθηματική Διάσταση
Το δεύτερο χαρακτηριστικό της κρίσης πανικού είναι το έντονο αίσθημα απειλής. Όσοι βιώνουν κρίση πανικού αισθάνονται ότι βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που απειλεί τη ζωή τους. Ανεξέλεγκτη αγωνία, φόβος θανάτου, άγχος ότι χάνεται η λογική είναι μερικά από τα διαγνωστικά κριτήρια της κρίσης πανικού. [4]. Τα συναισθήματα αυτά συνδέονται άμεσα με τη σταδιακή αύξηση στην ένταση των σωματικών συμπτωμάτων.
• Συμπεριφορά διαφυγής – Συμπεριφορική Διάσταση
Το τρίτο χαρακτηριστικό της κρίσης πανικού είναι συμπεριφορικό. Η συμπεριφορική τάση που έντονα καταγράφεται στις περιγραφές όσων βιώνουν κρίση πανικού είναι μια «ακαταμάχητη ανάγκη να τρέξω» και η επιθυμία διαφυγής [5]. Ωστόσο, φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια μιας κρίσης πανικού οι άνθρωποι μπορεί να υιοθετούν διαφορετικές συμπεριφορές, όπως να προσπαθούν να παραμείνουν ακίνητοι μέχρι να παρέλθει η κρίση. Ωστόσο, ο κοινός παρονομαστής σε όλες αυτές οι συμπεριφορές είναι ότι αποσκοπούν στο να μετριαστούν τα σωματικά συμπτώματα, σαν μια προσπάθεια διαφυγής από την κρίση πανικού [6].
Τι είναι η Διαταραχή Πανικού και πώς διαφοροποιείται από την Κρίση Πανικού;
Η Κρίση Πανικού περιγράφεται ως ένα ή επαναλαμβανόμενα γεγονότα με τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται παραπάνω και διαφοροποιείται από τη Διατάραχή Πανικού. Η Διαταρχή Πανικού έχει κάποια επιπλέον χαρακτηριστικά που αφορούν κυρίως την επίμονη ανησυχία για μελλοντικές κρίσεις, φόβο για ενδεχόμενες συνέπειες μιας κρίσης, αλλαγή συμπεριφοράς στην προσπάθεια να ελεγχθούν οι κρίσεις [4].
• Επίμονη Ανησυχία
Στη διαταραχή πανικού η έντονη ανησυχία που σχετίζεται με ενδεχόμενες μελλοντικές κρίσεις σταδιακά παγιώνεται και αναδύεται σε μια σταθερά ανεξάρτητα από τη συχνότητα των κρίσεων πανικού. Όσοι βιώνουν κρίσεις πανικού μπορεί να εισέλθουν σταδιακά σε μια κατάσταση μόνιμης ανησυχίας για τις συνέπειες αυτών των κρίσεων, όπως για παράδειγμα μια κατάσταση μόνιμου φόβου επιβίωσης [7]. Όταν η αγωνία και οι συχνές σκέψεις γύρω από τους κινδύνους των κρίσεων πανικού παγιώνονται, τότε έχουμε περάσει στο φάσμα της Διαταραχής Πανικού.
• Συμπεριφορές αποφυγής
Το σύνδρομο της αποφυγής που χαρακτηρίζει τη Διαταραχή Πανικού διαφοροποιείται από την συμπεριφορά διαφυγής που παρατηρείται κατά την Κρίση Πανικού. Στη Διαταραχή Πανικού το σύνδρομο της αποφυγής έχει σημασία προληπτική, σε αντίθεση με τη συμπεριφορά διαφυγής που είναι μια απάντηση έκτακτης ανάγκης για να ηρεμήσει η Kρίση Πανικού. Πολλές φορές μπορεί κάποιος να μπει σε διαδικασία να περιορίσει ή να διακόψει εντελώς συμπεριφορές που έχει συνδέσει με μια ή περισσότερες κρίσεις πανικού. Θεωρώντας ότι κατά πάσα πιθανότητα ήταν οι συγκεκριμένες συμπεριφορές που προκάλεσαν την Κρίση Πανικού, είναι πιθανόν κάποιος να προσπαθήσει να ελέγξει την επανεμφάνισή τους αποφεύγοντας τις εν λόγω συμπεριφορές [8].
Αιτίες και Παράγοντες Κινδύνου
Ενώ δεν έχουν εντοπιστεί σαφώς οι αιτίες της Κρίσης Πανικού, έχουν καταγραφεί παράγοντες κινδύνου. Σε αυτούς ανήκει τόσο η κληρονομικότητα, όσο και το περιβάλλον. Άνθρωποι που στην οικογενειά τους υπάρχει ιστορικό κρίσεων πανικού ή διαταραχής πανικού έχουν κατά 22% αυξημένη πιθανότητα να εμφανίσουν κρίση πανικού. Ωστόσο, μπορεί κάποιος να εμφανίσει κρίσεις πανικού ανεξάρτητα από την παρουσία κληρονομικού παράγοντα. Τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος, όπως οι εμπειρίες αρνητικών γεγονότων που συνδέονται με αυξημένο άγχος δύνανται από μόνα τους να αυξήσουν την πιθανότητα εμφάνισης κρίσης πανικού.
Η κρίση πανικού συναντάται στον πληθυσμό με συχνότητα 3,7% ενώ η διαταραχή πανικού με συχνότητα 10% [9].
Πώς αντιμετωπίζονται οι Κρίσεις Πανικού;
Η παρέμβαση που έχει δειχθεί ως η αποτελεσματικότερη για την αντιμετώπιση κρίσεων πανικού είναι η ψυχοθεραπευτική, η οποία μπορεί προαιρετικά να συνοδεύεται από φαρμακευτική αγωγή ή από κάποιο δομημένο πρόγραμμα αυτο-φροντίδας (self-help), όπως για παράδειγμα ο διαλογισμός.
Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, η πιο αποτελεσματική ψυχοθεραπευτική παρέμβαση είναι η Γνωστική-Συμπεριφορική ψυχοθεραπεία (CBT psychotherapy) η οποία εστιάζει και επιδρά άμεσα στην αντιμετώπιση των κρίσεων [10]. Ωστόσο, εφόσον έχει επέλθει άμβλυνση της εμφάνισης των κρίσεων πανικού, και με σκοπό την αντιμετώπιση ενδεχόμενης διαταραχής πανικού ή για προληπτικούς λόγους ενδείκνυνται και πιο αναλυτικής μορφής ψυχοθεραπείες, όπως η Ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία, η Προσωποκεντρική ψυχοθεραπεία, καθώς και η ψυχοθεραπεία Gestalt [11].
Πηγές
American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders: DSM-5 (5th ed.). American Psychiatric Publishing. https://doi.org/10.1176/appi.books.9780890425787
Asmundson, G. J. G., Taylor, S., & Smits, J. A. J. (2014). Panic disorder and agoraphobia: An overview and commentary on DSM-5 changes. Depression and Anxiety, 31(6), 480–486. https://doi.org/10.1002/da.22277
Brown, T. A., & Cash, T. F. (1990). The phenomenon of nonclinical panic: Parameters of panic, fear, and avoidance. Journal of Anxiety Disorders, 4(1), 15–27. https://doi.org/10.1016/0887-6185(90)90021-Z
Craske, M. G., Kircanski, K., Epstein, A., Wittchen, H. U., Pine, D. S., & Lewis-Fernandez, R. (2010). Panic disorder: A review of DSM-IV panic disorder and proposals for DSM-V. Depression and Anxiety, 27(2), 93–112. https://doi.org/10.1002/da.20654
De Beurs, E., Lange, A., Koele, P., & Van Dyck, R. (1993). Frequency of panic as an outcome measure in agoraphobia research: Latent effects of exposure on panic. Journal of Anxiety Disorders, 7(1), 59–68. https://doi.org/10.1016/0887-6185(93)90027-I
Goetz, R. R., Klein, D. F., Gully, R., Kahn, J., Liebowitz, M. R., Fyer, A. J., & Gorman, J. M. (1993). Panic attacks during placebo procedures in the laboratory: Physiology and symptomatology. Archives of General Psychiatry, 50(8), 583–590. https://doi.org/10.1001/archpsyc.1993.01820160050006
Kessler, R. C., Chiu, W. T., Jin, R., Ruscio, A. M., Shear, K., & Walters, E. E. (2006). The epidemiology of panic attacks, panic disorder, and agoraphobia in the National Comorbidity Survey Replication. Archives of General Psychiatry, 63(4), 415–424. https://doi.org/10.1001/archpsyc.63.4.415
King, M., Nazareth, I., Levy, G., Walker, C., Morris, R., & Weich, S. (2008). Prevalence of common mental disorders in general practice attendees across Europe. The British Journal of Psychiatry, 192(5), 362–367. https://doi.org/10.1192/bjp.bp.107.039966
Norton, P. J., Zvolensky, M. J., Bonn-Miller, M. O., Cox, B. J., & Norton, G. R. (2008). Use of the Panic Attack Questionnaire-IV to assess non-clinical panic attacks and limited symptom panic attacks in student and community samples. Journal of Anxiety Disorders, 22(1), 123–130. https://doi.org/10.1016/j.janxdis.2007.12.002
Pompoli, A., Furukawa, T. A., Efthimiou, O., Imai, H., Tajika, A., & Salanti, G. (2018). Dismantling cognitive-behaviour therapy for panic disorder: A systematic review and component network meta-analysis. Psychological Medicine, 48(12), 1945–1953. https://doi.org/10.1017/S0033291717003919
Salkovskis, P. M. (1991). The importance of behaviour in the maintenance of anxiety and panic: A cognitive account. Behavioural and Cognitive Psychotherapy, 19(1), 6–19. https://doi.org/10.1017/S0141347300011472
Sanchez-Meca, J., Rosa-Alcazar, A. I., Marin-Martinez, F., & Gomez-Conesa, A. (2010). Psychological treatment of panic disorder with or without agoraphobia: A meta-analysis. Clinical Psychology Review, 30(1), 37–50. https://doi.org/10.1016/j.cpr.2009.08.011