Η κατάσταση της ευαλωτότητας στη ψυχοθεραπεία είναι ένα θέμα που συχνά προκαλεί σύγχυση και αντιδράσεις σε πολλούς ανθρώπους. Ο όρος αυτός αναφέρεται στην έννοια της ανοιχτότητας, της ευαισθησίας και της ευελιξίας στο θεραπευτικό περιβάλλον. Πολύ συχνά, στις δυτικές κοινωνίες, η ευαλωτότητα θεωρείται και βιώνεται ως κάτι αρνητικό που πρέπει να απωθηθεί, καθότι έχει συνδεθεί με αρνητικές πεποιθήσεις, όπως ότι το άτομο είναι αδύναμο, υπερευαίσθητο ή δραματικό.
Ωστόσο, η αναγνώριση της ευαλωτότητας μας και η αποδοχή της δεν αποτελεί αδυναμία, αλλά μάλλον δύναμη. Η παραδοχή της ευαλωτότητας μας μπορεί να συμβάλλει στη σύγκρουση που βιώνουμε όταν προσπαθούμε να απωθήσουμε τα συναισθήματά μας. Μέσα στο θεραπευτικό πλαίσιο, το να γίνω ευάλωτη συμβάλλει στην κατανόηση του εαυτού μου και στην προώθηση της εσωτερικής ισορροπίας.
Η ευαλωτότητα στο Θεραπευτικό πλαίσιο
Η ψυχοθεραπεία, είναι μια δύσκολη και συχνά επώδυνη διαδικασία, καθότι μπορεί να μας φέρει αντιμέτωπους με αυτά τα κομμάτια του εαυτού μας που έχουμε απωθήσει. Συνεπώς, προκειμένου να ξεκινήσουμε αυτό το ταξίδι εξερεύνησης του εαυτού, χρειάζεται να είμαστε έτοιμοι να ανοιχτούμε και να μοιραστούμε τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις εμπειρίες μας με την θεραπεύτρια μας.
Αυτή η διαδικασία μπορεί για πολλούς να απαιτεί χρόνο. Συχνά επέρχεται μέσα από την εδραίωση μιας σχέσης εμπιστοσύνης με την θεραπεύτρια μας. Αυτό είναι πολύ λογικό καθώς οι άνθρωποι έχουμε φόβους και ανησυχίες στο να βιώσουμε και να αποκαλύψουμε δύσκολα συναισθήματα, καθώς και να αντιληφθούμε τις αντιφάσεις μας και τα τυφλά μας σημεία (blind spots).
Ωστόσο, η ευαλωτότητα στο θεραπευτικό πλαίσιο είναι ένα εν δυνάμει ισχυρό εργαλείο για την αυτογνωσία. Η ικανότητα να ανοιχτούμε και να μοιραστούμε τις βαθύτερες μας σκέψεις σε ένα ασφαλές και υποστηρικτικό περιβάλλον μπορεί να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα και τις δυσκολίες μας με μεγαλύτερη ευκολία και αποτελεσματικότητα και εκτός θεραπείας. Με το να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νιώσει τα συναισθήματα του θυμού, της απογοήτευσης ή της λύπης, ουσιαστικά ανοίγουμε δίοδο έκφρασης στις διαφορετικές πλευρές του εαυτού μας και έτσι ανακαλύπτουμε νέους τρόπους αντιμετώπισης των προκλήσεων της ζωής. Γινόμαστε πιο ευέλικτοι και λιγότερο αυστηροί με τον εαυτό μας και τους άλλους. Αυτό ίσως αποτελεί και το μεγάλο παράδοξο της θεραπείας;
Ίσως τελικά μέσω της αποδοχής της ευαλωτότητας μας να γινόμαστε πιο δυνατοί!
Προϋποθέσεις για τη θεραπεύτρια
Προκειμένου, να φτάσουμε στο σημείο να ανοιχτούμε στη θεραπεία, όπως και σε όλες τις σχέσεις μας, πρέπει πρώτα να νιώσουμε ασφαλείς και πλαισιωμένοι από τη θεραπεύτριά μας. Μια τέτοια θεραπευτική σχέση αποτελεί μια ασφαλή βάση (secure base), σαν αυτή που περιγράφει ο John Bowlby στη γνωστή του θεωρία του δεσμού. Θα μπορούσαμε λοιπόν να παραλληλίσουμε τη σχέση παιδιού – γονέα με εκείνη της θεραπεύτριας – θεραπευόμενου ατόμου. Έτσι όπως το παιδί που νιωθεί ασφαλές με τη μητέρα μπορεί με αυτοπεποίθηση να εξερευνήσει το περιβάλλον του, έτσι το θεραπευόμενο άτομο, χρειάζεται να νιώσει ασφάλεια στη θεραπευτική σχέση προκειμένου να εξερευνήσει τα δύσκολα ή απωθημένα συναισθήματα και τις σκέψεις με ειλικρίνεια και χωρίς φόβο. Με το “κράτημα” (holding) της θεραπεύτριας, σε ένα ασφαλές περιβάλλον, μαθαίνουμε να φοβόμαστε κάθε φορά όλο και λιγότερο το μοίρασμα και την ευαλωτότητα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Φυσικά, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί πως η θεραπεύτρια οφείλει να μην πιέζει το θεραπευόμενο άτομο να ανοιχτεί, αλλά να περιμένει υπομονετικά το πότε εκείνο θα νιώσει έτοιμο. Αυτό ισχύει ειδικά σε περιπτώσεις όπου τα όρια του θεραπευόμενου ατόμου έχουν παραβιαστεί στο παρελθόν ή έχει υπάρξη θύμα κακοποίησης. Σε μια τέτοια περίπτωση, μια αργή και με σεβασμό προσέγγιση κρίνεται ζωτικής σημασίας. Ωστόσο, αυτό είναι ένα θέμα που θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε ένα άλλο άρθρο.
Προϋποθέσεις για το θεραπεύομενο άτομο
Εφόσον αποφασίσουμε να ξεκινήσουμε το θεραπευτικό ταξίδι, είναι σημαντικό να υπάρχει προθυμία να εξερευνήσουμε και να επανεξετάσουμε τα όρια, τις αντιδράσεις και συμπεριφορές μας σε διάφορες καταστάσεις και συνθήκες. Έτσι, μέσα από τον διάλογο στη θεραπευτική σχέση, μπορούμε να ανακαλύψουμε τις βαθύτερες πηγές των εσωτερικών μας συγκρούσεων και να αναπτύξουμε νέες και χρήσιμες μεθόδους αντιμετώπισης αυτών των θεμάτων.
Εσωτερική ηρεμία μέσα από την ευαλωτότητα
Συνοψίζοντας, η ευάλωτη κατάσταση στη ψυχοθεραπεία είναι ένα καίριο στοιχείο για την βελτίωση της σχέσης με τον εαυτό μας και τους άλλους. Μέσα από την ανοιχτότητα, την ευαισθησία και την ευελιξία, μπορούμε να ανακαλύψουμε κομμάτια του εαυτού μας και νέους τρόπους αντιμετώπισης των προκλήσεων της ζωής. Επιπλέον, εξερευνώντας τις διαφορετικές πλευρές του εαυτού μας μπορούμε να βρούμε δρόμους προς την εσωτερική ηρεμία. Για να συμβεί αυτό είναι σημαντικό να υπάρχει μια ισχυρή θεραπευτική συμμαχία μεταξύ ψυχολόγου και θεραπευόμενου ατόμου. Φυσικά, σε περιπτώσεις όπου τα άτομα έχουν κακοποιηθεί, η θεραπεύτρια οφείλει να είναι ιδιαίτερα υπομονετική καθώς το θεραπευόμενο άτομο μπορεί να
χρειάζεται χρόνο για να μπορέσει να νιώσει ασφαλεία προκειμένου να ανοιχτεί και να εκθέσει
τα δύσκολα κομμάτια του ψυχισμού του.
Πηγές
Bowlby, J. (1989). A secure base: parent-child attachment and healthy human development. Choice Reviews Online, 26(08), 26–4750. https://doi.org/10.5860/choice.26-4750
Brown, B. (2012). Daring greatly: how the courage to be vulnerable transforms the way we live, love, parent, and lead. https://ci.nii.ac.jp/ncid/BB12851855
van der Kolk, B. A. (2014). The body keeps the score: Brain, mind, and body in the healing of trauma. Viking.
Winnicott, D. W. (2016). Holding and Interpretation: Fragment of an analysis. In Oxford University Press eBooks (pp. 303–474). https://doi.org/10.1093/med:psych/9780190271367.003.0066
Yalom, I. D. (2011). The Gift Of Therapy : An open letter to a new generation of therapists and their patients. https://ci.nii.ac.jp/ncid/BA87605489